Η τηλεπρακτική – τηλεθεραπεία (telepractice/teletherapy) είναι ευρέως διαδεδομένη στο εξωτερικό και αποσκοπεί στη παροχή υπηρεσιών πρόληψης, αξιολόγησης και θεραπείας σε περιπτώσεις που δεν είναι εφικτή η φυσική παρουσία του πελάτη (δυσκολίες μετακίνησης, απομακρυσμένες περιοχές κτλ).

Η συμβολή της είναι ιδιαιτέρως σημαντική αλλά προϋποθέτει την καλή συνεργασία μεταξύ του θεραπευτή και του θεραπευόμενου, όπως επίσης και την καλή συνεργασία μεταξύ του γονέα και του θεραπευτή σε περιπτώσεις αναπτυξιακών διαταραχών (παιδική ηλικία).

Με την κατάλληλη καθοδήγηση, ο θεραπευτής θα εκπαιδεύσει τον γονέα σε σχέση με το πως μπορεί να βοηθήσει το παιδί του στις δυσκολίες που παρουσιάζει.

Η τηλεθεραπεία περιλαμβάνει οπτικό και ακουστικό υλικό, το οποίο μπορεί να δοθεί στους γονείς στο τέλος της θεραπείας. Την τηλεθεραπεία προετοιμάζει και πραγματοποιεί ο θεραπευτής, έχοντας εντοπίσει τις δυσκολίες αλλά και τα δυνατά σημεία του παιδιού.

Ο ρόλος του γονέα είναι να βοηθήσει το παιδί να συνεργαστεί στις δραστηριότητες που θέτει ο θεραπευτής αλλά και να ενισχύσει το έργο του, όταν το παιδί δεν κατανοεί τι πρέπει να κάνει.

Αν και η φυσική παρουσία του θεραπευτή κρίνεται αναντικατάστατη σε αρκετές περιπτώσεις, το όφελος της τηλεθεραπείας είναι αδιαμφισβήτητο, καθώς έχει τη δύναμη να φέρει σε επαφή θεραπευτές και θεραπευόμενους από διαφορετικά μέρη, ενώ παράλληλα μεγιστοποιεί τη δυνατότητα επιλογής θεραπευτή παρά τη γεωγραφική απόσταση. Επίσης μπορεί να ενισχύσει τη θεραπευτική επίδραση των συγγενών, καθώς αυτοί αποτελούν ενεργό μέρος της τηλεθεραπείας. Τέλος η τηλεθεραπεία φαίνεται να αποτελεί τη μοναδική επιλογή σε περιπτώσεις πανδημιών, όπως του Covid -19.